MBL 126 REVIEW by Neil Gader - The Absolute Sound [in Greek]

MBL 126 REVIEW by Neil Gader - The Absolute Sound [in Greek]

MBL 126 REVIEW by Neil Gader - The Absolute Sound [in Greek]

Ελάχιστοι κατασκευαστές high-end audio έχουν κατακτήσει το επίπεδο σεβασμού που έχει συγκεντρώσει η MBL με τα χρόνια. Τα περίφημα παντοκατευθυντικά ηχεία που αποκαλούν Radialstrahler (μα και τα υπέροχα ηλεκτρονικά, ενισχυτές & πηγές της MBL) εμπνέουν εκ πρώτης περιέργεια και δέος. Αυτό διαπιστώνεται με βεβαιότητα όταν για παράδειγμα βρίσκεστε κοντά στην παρουσία του ιστορικού πλέον μοντέλου ηχείων 101 E MkII ή του εντυπωσιακού Four-Tower 101 X-treme. Σε εμπορικές εκθέσεις, έχω παρακολουθήσει λάτρεις να μπαίνουν στα εκθέματα της MBL με μια σιωπηλή επισημότητα και έπειτα να απομακρύνονται λαμπεροί, σαν να είχαν υποστεί μια σπουδαία πνευματική εμπειρία. 

Αλλά ετούτη η ακουστική δοκιμή αφορά ένα άλλο MBL, το μικρότερο 'Radialstrahler' όπως αποκαλούν οι Γερμανοί, το πολυκατευθυντικό στη σειρά MBL μοντέλο 126. Με ύψος κάτι λιγότερο από τις 14 ίντσες, σίγουρα δεν θα μπερδέψει κανείς αυτό το τρίπλευρο ηχείο βάσης με ένα από τα προαναφερθέντα ως ναυαρχίδες. Από την άλλη, κανείς δεν πρέπει και να μπερδεύει την πολύ ιδιαίτερη εμφάνισή του (που οι Αμερικανοί λένε πως μοιάζει με “Droid”) με οτιδήποτε άλλο εκτός από ένα μοναδικό ηχείο με τις πιο σοβαρές ηχητικές προθέσεις αλλά και γενεαλογία. 

Το μοντέλο MBL 126 ενσωματώνει τέσσερις μονάδες, ως μια τριών δρόμων σχεδίαση με bass-reflex οπή εκτόνωσης για τις χαμηλές συχνότητες. Αποτελείται από τα ειδικά προσαρμοσμένα ακτινικά τουίτερ και ακτινωτούς επίσης οδηγούς μεσαίων συχνοτήτων της MBL που είναι τοποθετημένοι σε καμπίνα-περίβλημα χωρητικότητας έντεκα λίτρων, όπου εκεί φιλοξενείται κι ένα ζευγάρι μεσαίων/γούφερ (mid-woofers) πέντε ιντσών. Με την έννοια ότι οι μονάδες μεσαίων συχνοτήτων και τα τουίτερ είναι τοποθετημένα σε κατακόρυφη διάταξη χωρίς διαφράγματα και έξω από το περίβλημα-υποκαμπίνα του γούφερ, η σχεδίαση αυτή μπορεί να θεωρηθεί υβριδική. Περνώντας σε μερικά ακόμη τεχνικά σημαντικά στοιχεία, η ευαισθησία του μοντέλου δηλώνεται ως χαμηλή στα 81,5dB-82db από τον κατασκευαστή, ενώ η ονομαστική αντίσταση αναγράφεται στα τεχνικά χαρακτηριστικά περί των 4 ohms. Με άλλα λόγια, να δηλώσουμε ότι δεν πρέπει να ντρέπεστε να συμπράξετε με ενισχυτές ισχυρούς και ικανούς να αναλάβουν «την εξουσία» των MBL 126! Ευτυχώς, είχα διαθέσιμο τον ολοκληρωμένο ενισχυτή των 180 Watts ανα κανάλι μοντέλο C51, επίσης της MBL, και χαίρομαι για την πολύτιμη του βοήθεια. 

Το MBL 126 μπορεί να κατατάσσεται στα «entry-level» ηχεία της σημερινής γκάμας του κατασκευαστή, αλλά δεν υπάρχει τίποτα που να δηλώνει «εισαγωγικό» σε ήχο ή ποιότητα σ' αυτό. Στον τομέα της ποιότητας κατασκευής δεν συναντάω κανένα συμβιβασμό που θα μπορούσα να εντοπίσω και αναφέρω εδώ. Βαρύ, αδρανές το πλαίσιο του, καλυμμένο με υπέροχο φινίρισμα λάκας, λείο σαν γυαλί και εξοπλισμένο με κορυφαίους ακροδέκτες ηχείων. Τα ίδια ισχύουν για τις ειδικές βάσεις δαπέδου, οι οποίες πρέπει να προσθέσω, είναι καθοριστικής σημασίας για την ηχητική απόδοση του 126. Δεν αποτελούν εκ των υστέρων σκέψη. Είναι κατασκευασμένες και φινιρισμένες στα ίδια πρότυπα ποιότητας φυσικά, με προσοχή στην κάθε λεπτομέρεια ηχητικού και οπτικού «δεσίματος» με τα ηχεία. Όταν βιδώνονται απευθείας στην κάτω πλάκα-πλευρά του 126, το αποτέλεσμα είναι ουσιαστικά μια ενιαία και άκαμπτη κατασκευή. Δεν μπορώ να φανταστώ το 126 να κάθεται σε ένα άλλο stand ας πούμε after-market.

Ερχόμενοι στο ακτινωτό του tweeter, ονομαζόμενο ως μονάδα HT37, είναι η ίδια που χρησιμοποιεί η MBL σε όλα τα άλλα μοντέλα της! Αποτελείται από 24 ακέραιες λεπίδες unidirectional, πάχους 130 micron όπως μετρά, κατασκευασμένες από ανθρακονήματα. Μεγαλύτερη αλλά παρόμοια σε λόγική & κατασκευή είναι η μονάδα μεσαίων MT50, με 12 λεπίδες ανθρακονημάτων, παχύτερη στα 200 micron και μια ιδέα λιγότερο άκαμπτες. Ο μαγνήτης της μονάδας MT50 είναι ελαφρώς φαρδύτερος και ακριβώς κεντραρισμένος στο πηνίο φωνής, με στόχο η παραμόρφωση να μειώνεται στο ελάχιστο δυνατό. 

Τα μπάσα χειρίζονται ένα ζεύγος μονάδων mid-woofer TMT πέντε ιντσών που χρησιμοποιούν voice coils πηνία 26 χιλιοστών και διαφράγματα αλουμινίου μεγάλης διαδρομής με χρήση phase-plugs για βελτίωση της διασποράς και μείωση της συμπίεσης. Η MBL σημειώνει ότι «στα εξωτερικά άκρα του διαφράγματος αλουμινίου χρησιμοποιεί και εφαρμώζει μια ιδέα τύπου 'φλάντζας' για την σταθεροποίηση και ως αποτέλεσμα είναι απαλλαγμένα από παραμορφώσεις». Το πρωτεύον του πηνίου φωνής συνδέεται απευθείας στο διάφραγμα αλουμινίου για καλύτερη επαγωγή θερμότητας και δυνητικά χαμηλότερη συμπίεση σε απαιτητικές στάθμες. Η διάταξη αυτών των μονάδων mid/bass είναι ως λέμε 'push-push' παρόμοια με όλα τα ηχεία της MBL. To αποτέλεσμα, η καμπίνα επιρρεάζεται λιγότερο από συντονισμούς και παραμένει πιο 'ήσυχη'. Το μοντέλο 126 έχει συντονισμό οπής εκτώνωσης των χαμηλών στα 50 Hz. Συγκριτικά, το μεγαλύτερο μοντέλο 120 έχει διπλάσιο όγκο και χαμηλότερο συντονισμό οπής στα 40 Hz.

Στο crossover τώρα, είναι τύπου Linkwitz-Riley τέταρτης τάξης. Οι συχνότητες cross έχουν οριστεί στα 650Hz και 3,5kHz. Εκτός από τη διαίρεση του φάσματος συχνοτήτων, το crossover εδώ ενσωματώνει επίσης ένα υποηχητικό φίλτρο που επιτρέπει στα γούφερ να παίζουν πιο δυνατά χωρίς υπερφόρτωση. Για να ξεπεραστούν οι τυπικοί περιορισμοί μπάσων μιας μικρής ή μεσαίας καμπίνας όπως στην περίπτωση, η MBL ενίσχυσε στην περιοχή των χαμηλών με ένα παθητικό φίλτρο προσαρμογής, ώστε εύκολα να αυξήσει το επίπεδο τους.

Ηχητικά τώρα, εισέρχεστε σε έναν εντελώς νέο κόσμο όταν ξεκινάτε τις ακροάσεις με τα MBL 126 — ή οποιαδήποτε "Radialstrahler", παντοκατευθυντικά ηχεία. Έτσι, εάν οι εμπειρίες ακρόασής σας έχουν περιοριστεί σε ηχεία ευθείας (direct) ακτινοβολίας, κατά βάση ηλεκτροδυναμικά, προετοιμαστείτε για μια μεγάλη έκπληξη. Σε αντίθεση με τα πιο συμβατικά σχέδια, όπου η απόκριση συχνότητας και η έξοδος τείνουν να βελτιστοποιούν στον άξονα, αλλά στη συνέχεια "ξετυλίγονται" απότομα καθώς ο ακροατής κινείται όλο και πιο μακριά εκτός άξονα, τα παντοκατευθυντικά ηχεία όπως το 126 απελευθερώνουν την ενέργειά τους ομοιόμορφα στις 360 μοίρες —  ακούγονται το ίδιο αν στέκεστε πίσω ή μπροστά τους! Αυτό δημιουργεί μια ευρύτερη και λιγότερο αυστηρή θέση ακρόασης, προς όφελος μιας μεγαλύτερης σκηνής και ακρίβειας ειδώλων για κάθε ακροατή. Φυσικά, η σοβαρή ακρόαση εξακολουθεί να εξαρτάται από το να κάθεσαι σε μια «κανονική» σταθερή θέση, σε ίση απόσταση από κάθε κανάλι - ηχείο, διαφορετικά τα προβλήματα χρονικής άφιξης θα εμφανιστούν στην ισορροπία. Χάρη στη σταθερή έξοδο εντός/εκτός άξονα, τα πολυκατευθυντικά έρχονται ως ευκολότερα προς την ακουστική μελέτη και τις συχνοτικές αντανακλάσεις του δωματίου αν και αυτά απαιτούν προσοχή στις αποστάσεις του πλευρικού και του πίσω τοίχου. Φέρτε μια μεζούρα. Με τα MBL, οι μικρότερες αλλαγές μπορούν να αποφέρουν σημαντικές ηχητικές ανταμοιβές.

Κεντραρισμένη στη πλούσια, ζεστή μεσαία περιοχή του, η τονική ισορροπία του 126 χαρακτηρίζεται από φυσικότητα, παραδίδοντας εικόνα παρούσα και ζωηρή έτσι ώστε να αγγίζει τον ακροατή. Από τα πιο ντελικάτα και απαλά μουσικά περάσματα μέχρι τα πιο εκρηκτικά κρουστά, κάθε νότα 'τραγουδά' με ολοζώντανη έκφραση και εντυπωσιακή διαφάνεια. Τόσο ανοιχτή και εκφραστική είναι η 'απτή' μεσαία περιοχή του, που έπρεπε να υπενθυμίζω συνεχώς στον εαυτό μου ότι άκουγα ένα τρίδρομο βάσης τέτοιου μεγέθους!

Περίμενα ότι η συνοχή μεταξύ των μονάδων θα ήταν εξαιρετική. Και ήταν. Το 126 μίλησε με μια συνοπτική και ρεαλιστική φωνή, αντί να δημιουργήσει την απίστευτη εντύπωση ενός τουίτερ που στέκεται από 'πάνω' και ενός γούφερ που 'προσπαθεί φωνάζοντας' από κάτω. Οι λεπτομέρειες παντού ήταν σαφείς. Για παράδειγμα, δεν υπήρχε καμία 'εικασία' μεταξύ ενός κλαρινέτου και ενός όμποε, ενός βιολιού ή μιας βιόλας, μιας ακουστικής κιθάρας και μιας κλασικής με νάιλον χορδές. Είναι ένα ηχείο με εκπληκτικές δυναμικές δυνατότητες και αντιθέσεις, προσφέροντας μια ευρεία παλέτα ηχοχρωμάτων, θερμοκρασίας και υφής. Από τον Τομ Γουέιτς μέχρι τη λαμπερή Νόρα Τζόουνς και μέχρι τη Λουιζιάνα της Μαίρη Γκοτιέ, το 126 απέδωσε εξαιρετικά ζωντανά στα φωνητικά, αναπαράγοντας την πραγματική σωματικότητα του καλλιτέχνη και την προσπάθεια μα και τον έλεγχο της αναπνοής που συνεπάγεται στο τραγούδι σε μικρόφωνο ή η καλοηχογραφημένη προβολή στο κοινό. Προκαλώ τον οποιονδήποτε να δοκιμάσει ηχογραφήσεις του Louis Armstrong τραγουδώντας το "St James Infirmary Blues" μέσω αυτών των ηχείων. Θα συγκινηθεί από τη βαθιά τέχνη των μουσικών.

Οι λεπτομέρειες χαμηλού επιπέδου ήταν απλά εκπληκτικές στην ανάλυσή τους. Καθώς άκουγα το Clair du lune του Debussy , απολάμβανα τη λάμψη των arpeggio της ανώτερης οκτάβας και τις φωτεινές αρμονικές που αποτυπώθηκαν άριστα σε αυτό το ηχογράφημα πιάνου. Από πλευράς ταχύτητας και διαφάνειας, το 126 χτυπούσε την πόρτα των planar και των ηλεκτροστατικών. Η απεικόνιση και η ορχηστρική διαβάθμιση αποδίδεται, ελλείψει καλύτερης λέξης, σχεδόν ολογραφικά. Μπορείτε να 'μετρήσετε' το διάστημα μεταξύ των μουσικών και να αισθανθείτε όπως σε μια πραγματική θέση ακρόασης. Μια μεγάλη ηχητική σκηνή που εκτεινόταν έξω και πολύ πίσω από τα όρια του 126 είναι δεδομένη. Και όσον αφορά την απεικόνιση, όσο κλισέ κι αν ακούγεται, το 126 εξαφανίζεται από το δωμάτιο, εντελώς και στη στιγμή !

Τα μπάσα πάλι ήταν ελεγχόμενα, μελωδικά και δυναμικά στην περιοχή των 50 κύκλων. Ειλικρινά, ο δυναμισμός και ο έλεγχος των μικρών γούφερ πέντε ιντσών αψήφησαν όλες τις προσδοκίες μου. Όπως ισχύει, ο αρχιμηχανικός της MBL κ. Jürgen Reis παίζει μπάσο. Μια σύμπτωση; Δεν νομίζω. 

Το πιο σημαντικό είναι ότι η MBL έχει δημιουργήσει μια έντεχνη συνεργασία μεταξύ των οδηγών μπάσων και μεσαίων/υψηλών. Συνεργάζονται ανεπαίσθητα, με ελάχιστη έως καθόλου εντύπωση κάποιας περιοχής προεξοχής ή τεχνητή έμφαση. Χωρίς αυτούς τους χρωματισμούς, η χροιά των μπάσων παραμένει 'παρθένα', επιτυγχάνοντας χαμηλότερο επίπεδο θορύβου που κάνει την απόδοση των μπάσων από το 126 διπλή έκπληξη. Είτε βάλετε στο πρόγραμμα σε υψηλή στάθμη αγαπημένα κομμάτια των Nirvana, είτε περάσετε ξανά στην Overture 1812 του Τσαϊκόφσκι, το MBL 126 σπάνια θα εξαντλήσει τα 'πυρομαχικά' του! Και όταν φτάσει στα όρια του, δεν υπάρχει καμία έντονη διαμαρτυρία - απλώς μια γρήγορη, καθαρή ρίψη μπάσων. Αντικατοπτρίζοντας συνεχώς την ταχύτητα, τον ρυθμό και την ακρίβεια κάθε απαιτητικού playlist.

Κλασσικό ηχείο καμπίνας ή πανκατευθυντικό; Είναι το ένα πιο «σωστό» από το άλλο; Η απάντηση, όπως στις περισσότερες ηχητικές συζητήσεις, είναι προσωπική και εξαρτάται, τουλάχιστον εν μέρει, από το είδος της μουσικής που έλκεστε. Το MBL 126 ευδοκιμεί στον 'ακουστικό' χώρο, τις διαστάσεις και την πολυπλοκότητα της κλασικής μουσικής. Αναπαράγει με ακρίβεια τον χώρο ηχογραφήματος ή η ηχητική σκηνή του είναι εν μέρει ένα τεχνούργημα διασποράς 360 μοιρών; Κάθε τύπος ηχείου αλληλεπιδρά με το δωμάτιο σε διάφορους βαθμούς, σφραγίζοντας με τη δική του υπογραφή και αντίστροφα. Εάν η αμεσότητα ενός στούντιο monitor για παράδειγμα είναι περισσότερο στο 'θέμα' σας, τα MBL μπορεί να μην είναι η πρώτη επιλογή. Εάν η ισορροπία και το τρισδιάστατο της απεικόνισης αιχμαλωτίζει περισσότερο τη φαντασία σας και στήνει μπροστά σας μιας συναυλία, τότε το 126 μπορεί να είναι απλώς το εισιτήριο.

Βγάζοντας το 'καπέλο του κριτικού' για μια στιγμή,  τo 126 είναι επίσης έτοιμο ακόμη και για πάρτι! Κατά τη διάρκεια μιας μικρής συγκέντρωσης στο σπίτι μου, ξέσπασε ένα αυτοσχέδιο χορευτικό και χάρη στο 126 ναι, καταναλώθηκαν αλκοολούχα ποτά. Το καλύτερο που μπορώ να εξηγήσω για αυτό το περιστατικό είναι ότι το omni-ακτινοβολίας παράγει ένα τόσο ευρύ ηχητικό πεδίο και απόκριση ισχύος εντός του δωματίου που υποσυνείδητα οι άνθρωποι ανακουφίζονται από την ανάγκη στο να ανταγωνιστούν για μια θέση στο sweet-spot του καναπέ. Οι φίλοι κάθονταν για τα καλά εκτός άξονα, ή σταυροπόδι στο πάτωμα, ή χόρευαν στο πλάι. Ίσως οι πιο 'απαίσιοι' από όλους ήταν οι καλεσμένοι που μπήκαν ανάμεσα στα 126, λυγίζοντας στη μέση και ρίχνοντας το κεφάλι τους στο ίδιο επίπεδο με το ζευγάρι για να πάρουν το εφέ «ακουστικών» του omnis στα αυτιά τους. Αυτό οκ , δεν το είδα να επιτυγχάνεται !

Για το ζεύγος MBL 126 απαιτείται και μια σημαντική δαπάνη για την απόκτιση του. Ομολογουμένως, μερικές φορές δυσκολεύτηκα να δικαιολογήσω την τιμή έναντι της απόδοσης περισσότερων συσκευών high-end που κατα καιρούς δοκιμάζω. Ωστόσο, αυτό δεν συμβαίνει με το μοντέλο MBL 126. Ξεπέρασε τις ηχητικές και μουσικές προσδοκίες μου με μεγάλη διαφορά. 

Επιτρέψτε μου να ολοκληρώσω με μια παρατήρηση — έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο τόσο οι audiophiles όσο και οι κριτικοί τείνουν να υποβαθμίζουν τα επιτεύγματα στην κατηγορία των μικρών-μεσαίων ηχείων, επιφυλάσσοντας τον υψηλότερο έπαινο για το πιο πρόσφατο statement ή κορυφαίο προϊόν, δημιουργίες που ταιριάζουν μόνο στον μεγάλο ηχητικό καμβά. Αν και το MBL's 126 έχει σχεδιαστεί για το σαλόνι και όχι για το παλάτι, είναι τόσο καλό όσο οτιδήποτε άλλο έχει φτιάξει αυτή η αξιότιμη εταιρία. Παρά το ταπεινό του μέγεθος, είναι πραγματικά ένα ηχείο πρώτης τάξης. Εάν θεωρείτε τον εαυτό σας στοχαστικό μουσικόφιλο και ετοιμάζεστε να κάνετε πέρασμα σε αυτό το εύρος τιμών, μην σκεφτείτε καν και προχωρήστε αμέσως σε ακρόαση. Πρέπει να το ακούσετε . Hats off για τον κ. Jürgen Reis και την ομάδα του MBL. 

Προδιαγραφές & Τιμές

Πανκατευθυντικό ηχείο βάσης τριών δρόμων, τεσσάρων μονάδων. Μονάδες: Ένα ακτινωτό τουίτερ, ένα ακτινικό μεσαίο, δύο γούφερ αλουμινίου 5″ Αντίσταση: 4 ohms Ευαισθησία: 82dB  Διαστάσεις: 9,9″ x 13,7″  Βάρος:  30 λίβρες καθαρό. Τιμή με βάση στις ΗΠΑ : 11.800 $ (1190 $, βάσεις)